Monday 20 October 2008

Ο Έτσι και η Μαρία ... (Συνέχεια 9)

Το μετά
Κάτι παιχνίδια που παίζει η μοίρα μας κι’ αλλάζει τα χαρτιά
ένα στη θάλασσα ήταν το κύμα μας
μα στη στεριά, αλλού μας πέταξε
και τώρα να, δίπλα σου πέρασα
και ούτε ένα γεια.
(Γιώργος Κρητικός)

Η εβδομάδα που ακολούθησε αιωρήθηκε ανάμεσα στην φαντασία και στην πραγματικότητα χωρίς να αφήνει ευδιάκριτα όρια και περιθώρια. Τα βράδια ήταν δικός της. Μες τα ονειρά της έκανε σχέδια, ταξίδια, αγκαλιές... Τον φιλούσε στην Πράγα, τον αγκάλιαζε στο Παρίσι, του έκανε έρωτα σε κάποια παραλία στο Καστρί, τον αγαπούσε σε τρένα, λεωφορεία, πλοία, αεροπλάνα...
Μεγάλωναν τα παιδιά τους μαζί, μαλώνανε, γελαγανε, αγαπιόντουσαν! Ζούσανε στο παλίο τους σπίτι ξανά, κοιμόντουσαν αγκαλιά τα βράδια, βλέπανε ταινίες παρέα, μαλώνανε, τα ξαναβρίσκανε...
Και μετά κάθε πρωί ξυπνούσε σε μια πραγματικότητα που ο Έτσι δεν χωράει.
Που ταξιδεύει με την Κατερίνα, ζει με την Κατερίνα, την αγαπάει, τον αγαπάει, κάνουν παιδιά μαζί, όνειρα, αγοράζουν σπίτι...
Της γινόταν όλο και πιο δυσκολο το να ξυπνάει. Δεν ήθελε να φεύγει απο την πραγματικότητά της. Δεν ήθελε να αντιμετωπίζει την μοναξιά... Αυτή την αφόρητη μοναξιά που δεν τη διαλέγεις, αλλά μπαίνει κάποια μέρα μέσα σου χωρίς να το καταλάβεις και σου τρώει τα σωθηκά.
Μόνο στον ύπνο ξεχνιόταν, καμιά φορά... σκέφτόταν πως τα όνειρα, όσο τρομακτικά κι αν είναι, είναι καλύτερα απ’ τη ζωή. Γι’ αυτό κοιμόταν, δέκα, δώδεκα ώρες, να φεύγει η μέρα, να χάνεται, να μη χρειαστεί να την αντιμετωπίσει. Φοβόταν τις νύχτες εκείνες τις άυπνες. Που στριφογυρνά στο μαξιλάρι κι ανακατεύει τα σκεπάσματα κι ησυχία δε βρίσκει. Τότε που το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σκέφτεται... να σκέφτεται αδιέξοδα και λαβυρύνθους...
Η ακριβοκερδισμένη ανεξαρτησία της δεν την έπειθε πια. Σκέφτεται μήπως τελικά όλα όσα πέτυχε μοιάζουν με ένα τεράστιο όγκο απο χρυσάφι, βαρύ και ασήκωτο που πρέπει να κουβαλάει αδιάκοπα μέσα σε μια φλεγόμενη έρημο, ενώ το μόνο που πραγματικά χρειάζεται είναι ένα ποτήρι νερό για να ξεδιψάσει.
Είναι δυνατή και ανεξάρτητη... Έτσι λέει στον εαυτό της πριν κοιμηθεί το βράδυ... όταν ακούει τις πόρτες να τρίζουν και παλιοί φόβοι ξυπνάνε μέσα στο κεφάλι της, όταν σηκώνεται 100 φορές και ελέγχει αν είναι κανείς μέσα στο σπίτι... Είναι δυνατή και ανεξάρτητη... Και μόνη...
Μόνο στη δουλειά πήγαινε πια. Και μετά γύριζε σπίτι και κοιμότανε. Έπινε... κάπνιζε... δεν μιλούσε σε κανένα, δεν ήθελε να δει κανένα... Ποιός μπορούσε να καταλάβει τι περνάει;
Μόνο ο ΄Ετσι... Μόνο εκείνος μπορούσε να την καταλάβει.
Μια μέρα δεν άντεξε άλλο και του έστειλε μήνυμα:
«Θέλω να σε δώ».
Η απάντηση δεν άργησε, αλλά.... Καλύτερα να μην ερχότανε ποτέ.
«Δεν μπορώ Μαρία. Το ξέρεις οτι δεν μπορώ. Είμαι με την Κατερίνα... Τί να της πω;»
Λόγια μικρά... Τι να της πεί;
Εκείνη περιμένει να του πεί τι θα της πεί; Μα δεν θέλει να τη δεί; Στο κάτω κάτω, τόσα χρόνια φίλοι είναι. Δεν μπορεί να πάει να τη δει σαν φίλη;
Μερικές φορές τα συναισθήματά μας, τυφλώνουν τη λογική. Αν δεν ένοιωθε τίποτα για τη Μαρία, θα πήγαινε να τη δει, αλλά τώρα... νοιώθει... και αυτομάτως στο μυαλό του αυτή η συνάντηση μεταφράζεται σε κάτι κακό. Κάτι βρώμικο. Έχει τύψεις... Δεν θέλει να πληγώσει την Κατερίνα. Στο κάτω κάτω, εκείνη τί του φταίει;
Κι εκεί που η Μαρία νόμιζε οτι χειρότερα δεν γίνεται, με το μήνυμά του κατάλαβε οτι γίνεται... Πολύ χειρότερα γίνεται...
Είναι μόνη, είναι μισή και.... δεν θα τον ξαναδεί... ποτέ;
Δεν θέλει να σκεφτεται. Παίρνει ένα μπουκάλι και αρχίζει να πίνει όσο πιο γρήγορα μπορεί. Θέλει να μουδιάσει το μυαλό της με το αλκοόλ, να μην σκέφτεται, να μην πονάει...
Ένα απο εκείνα τα όνειρα έρχεται δειλά στο μυαλό της... Το διώχνει βίαια!! Όχι! Δεν θα είναι ποτέ μαζί. Δεν θα πάνε ποτέ στην Πράγα, ούτε θα κάνουν έρωτα σε μια παραλία. Δεν θα καταφέρει να του δείξει όσα αγαπάει... Δεν θα μπορέσει να τον ταξιδέψει στον κόσμο της, στη ζωή της...
Της φεύγει... Της έφυγε...
Τον βρήκε και τον έχασε σε ένα λεπτό. Ίσως τον είχε χάσει πριν ακόμα τον βρεί...
Ίσως...
Μερικές μέρες μπαίνει στον πειρασμό να νοσταλγήσει παλιούς έρωτες... Εκεί που θυμάται μια ζεστασιά και μια γλυκύτητα ανεκτίμητη. Όμως το ξέρει πια καλά πως πίσω απο αυτή τη ζεστασιά και την τρυφερότητα καιροφυλαχτεί ένα πρόσωπο σκληρό και αλύπητο πάντα. Η προδοσία.
Αυτό που κάποτε σε εγκαταλείπει, αυτό που κάποτε εγκαταλείπεις εσύ, αυτό που κάπου σε προδίδει, ή εσύ το προδίδεις, αυτό που τελικά ήταν λιγότερο απο ότι περίμενες, αυτό που αποδείχνει οτι ήσουν λιγότερη απο όσο περίμεναν. Ο επίλογος!







Συνεχιζεται...

No comments: